Η απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση προκάλεσε αναταραχή σε ολόκληρο τον πλανήτη. Οι οικονομικές επιπτώσεις της αποχώρησης από την Ένωση αναμένεται να οδηγήσουν αφενός μεν το Ηνωμένο Βασίλειο σε ύφεση, αφετέρου δε θα αναχαιτίσουν την αύξηση του ΑΕΠ σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες.
Το Βρετανικό ανεξάρτητο κόμμα UKIP που υπερασπίστηκε το Brexit είχε δηλώσει ότι τα κεφάλαια που αποστέλλονται από το ΗΒ στην ΕΕ, μπορούν να ανακτηθούν και να χρησιμοποιηθούν για να επενδυθούν στην Εθνική Υπηρεσία Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου (NHS), βελτιώνοντας έτσι την ποιότητα της παροχής φροντίδας.
Τα γεγονότα όμως, δείχνουν το αντίθετο.
Σύμφωνα με εμπεριστατωμένες μελέτες, το NHS αναμένεται μέχρι το 2020, να αντιμετωπίσει έλλειψη περίπου 16.000 γιατρών πρωτοβάθμιας περίθαλψης. Μέχρι το 2022, οι ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό αναμένεται να αγγίξουν τις 100.000. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει παραδοσιακά προσπαθήσει να καλύψει τα κενά αυτά με προσλήψεις τόσο ιατρικού όσο και νοσηλευτικού προσωπικού από ξένες χώρες και κυρίως από την ΕΕ.
Η Μεγάλη Βρετανία, ως μέρος της ΕΕ θεωρείται προνομιακό πεδίο απασχόλησης στον ιατρονοσηλευτικό τομέα λόγω των εγγυήσεων που προσέφεραν οι σταθερές συμβάσεις εργασίας. Με την απόφαση να αποχωρήσει από την ΕΕ, προβάλλοντας τη μετανάστευση ως ένας από τους βασικούς λόγους, το NHS θα δυσκολευτεί να προσλάβει ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό από τις χώρες της Ένωσης.
Ο μεγαλύτερος αντίκτυπος αναμένεται να είναι στην παροχή κοινωνικής φροντίδας. Το NHS επεδίωξε να προσλάβει 100.000 εργαζομένους κοινωνικής φροντίδας για να βοηθήσουν στη διαχείριση ασθενών με χρόνιες παθήσεις και σε ηλικιωμένους ασθενείς εκτός νοσοκομείων. Αυτό θεωρείται μια κρίσιμη πτυχή της μετάβασης του τομέα υγείας, καθώς το ΗΒ επιδιώκει να μειώσει τις δαπάνες για τη δευτεροβάθμια περίθαλψη, η οποία αντιπροσωπεύει το 78% του συνολικού προϋπολογισμού για την υγεία, και να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην πρωτοβάθμια και τη μακροχρόνια περίθαλψη, που σήμερα αντιπροσωπεύουν περίπου το 22% του συνολικού προϋπολογισμού για την υγεία.
Χωρίς καμία αμφιβολία, οι περισσότεροι από τους κοινωνικούς λειτουργούς θα προέρχονταν από την ΕΕ, αλλά η απόφαση του Brexit φαίνεται ότι θα διαιωνίσει τη συνέχιση των κενών θέσεων εργασίας στην κοινωνική φροντίδα. Μάλιστα δε, ορισμένοι αναλυτές προβλέπουν την επιστροφή των σημερινών εργαζομένων στην κοινωνική φροντίδα πίσω στις χώρες καταγωγής τους, καθιστώντας έτσι το πρόβλημα ακόμη δυσχερέστερο.
Επιπροσθέτως το NHS επιδιώκει να επιφέρει εξοικονόμηση πόρων ύψους £ 22 δισ μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια, μέσω διαχείρισης της περίθαλψης και μετατόπισης από τη δευτεροβάθμια νοσοκομειακή περίθαλψη στην πρωτοβάθμια φροντίδα και πρόληψη. Η δημιουργία ολοκληρωμένων λύσεων μέριμνας, που συνδέουν όλο το φάσμα των παρόχων φροντίδας, είναι απαραίτητη προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της παροχής φροντίδας. Η έλλειψη εκπαιδευμένου ανθρώπινου δυναμικού θα δημιουργήσει σοβαρές προκλήσεις για τη μετάβαση αυτή.
Μια βασική προεκλογική υπόσχεση από το UKIP ήταν η ανακατανομή των £ 350 εκατομμυρίων που αποστέλλονται προς την ΕΕ από το ΗΒ κάθε εβδομάδα για την χρηματοδότηση του ΕΣΥ. Η υπαναχώρηση από τη δέσμευση αυτή – μέσα στους κύκλους του κόμματος – φέρνει το NHS σε ακόμη δυσχερέστερη θέση καθιστώντας το τόσο ευάλωτο όσο ποτέ.
Το EIU (Economic Intelligence Unit) προβλέπει ότι μέχρι το 2020, το NHS θα δαπανήσει £ 135 λιγότερο ανά κεφαλή, αν το ΗB αποχωρήσει από την ΕΕ. Αναμφίβολα λοιπόν – με την αύξηση του κόστους υγειονομικής περίθαλψης – το Brexit θα οδηγήσει σε σημαντική έκπτωση της ποιότητας της παροχής φροντίδας.
Έμμεσες απώλειες
Όσον αφορά την ποιότητα και το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης στο ΗΒ, οι απώλειες δεν είναι μόνο άμεσες αλλά και έμμεσες.
Σε ένα μετά-Brexit περιβάλλον, οι βρετανικές εταιρείες που επιδιώκουν τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών πολλαπλών χωρών, θα αναγκαστούν να εφαρμόσουν πρωτόκολλα ξεχωριστά για κάθε χώρα, με αποτέλεσμα μια τεράστια διοικητική και οικονομική επιβάρυνση. Το Ηνωμένο Βασίλειο θα απολέσει την επιρροή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων και θα αναγκαστεί να διατηρήσει ξεχωριστές βάσεις δεδομένων των φαρμακευτικών προϊόντων στην αγορά. Αυτό συνεπάγεται περισσότερες δαπάνες από το Ηνωμένο Βασίλειο, συμβάλλοντας στη δημοσιονομική επιδείνωση του NHS.
Το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο, επίσης, κερδίζει σήμερα δυσανάλογα από τις ισχύουσες ροές χρηματοδότησης για την ιατρική έρευνα, θα υποστεί σημαντικές απώλειες. Μια σημαντική πρόκληση θα είναι το μέλλον του συντονισμού μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ για την αντιμετώπιση πανδημιών, καθώς και άλλες απειλές για την υγεία. Ο στενός συντονισμός με την ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση της εξάπλωσης των πιθανών νέων κρουσμάτων και αποφεύγει τις τεράστιες διοικητικές επιβαρύνσεις που επιφέρει το Brexit.
Από το άρθρο What Does Brexit Mean For The UK's NHS And Healthcare In Europe? της Reenita Das στο Forbes